Posts

Showing posts from June, 2017

"Εγώ η Νατάσα" της Σταυρούλας Τσούτσα

Image
Είμαι η Νατάσα και δεν είμαι καλά. Δεν είμαι καθόλου καλά… Τον τελευταίο καιρό μάλιστα δεν ξέρω καν αν είμαι η Νατάσα. Δηλαδή, εγώ είμαι, όσο δεν με βλέπω στον καθρέπτη. Αν όμως κάνω το λάθος να κοιταχτώ, βγαίνοντας από το μπάνιο και είμαι χαλαρή, τρομάζω… Για μερικά δευτερόλεπτα βλέπω τη γυναίκα που με κοιτάζει απορημένη στον καθρέφτη και σκέφτομαι, «δεν μπορεί αυτή να είμαι εγώ». Κι όμως είμαι… Ξέρω ότι πρέπει να αγαπάω τον εαυτό μου όπως είναι, όμως αδυνατώ να συνηθίσω αυτήν την «καινούρια Νατάσα». Δεν έχει καμία σχέση με το λεπτό, χαμογελαστό κορίτσι στη φωτογραφία του γάμου πάνω από το κρεβάτι μου. Κι όσο κοιτάω τη φωτογραφία τόσο πιο χάλια νιώθω. Ίσως γιατί ο Κώστας δεν άλλαξε και τόσο. Εγώ δεν αναγνωρίζομαι. Κι έπειτα είναι και το τζιν. Το αγαπημένο μου, σκισμένο τζιν, που κάθε σεζόν το βγάζω από τη ντουλάπα να το δοκιμάσω, με την ελπίδα πάντα ότι θα χωρέσω επιτέλους. Θα το δω να ανεβαίνει με ευκολία και να κουμπώνει. Στην αρχή ανέβαινε μέχρι επάνω αλλά δεν κούμπωνε

Αυτός που δεν ακολούθησε τις οδηγίες της Σταυρούλας Τσούτσα

Image
Τι μου συμβαίνει; Δεν πιστεύω στα μάτια μου. Γύρω μου ατέλειωτο γκρι, σκληρό, βαρύ γκρίζο. Νιώθω το μυαλό μου θολό, δυσκολεύομαι να σκεφτώ, σαν μια σκιά να έχει απλώσει τα πλοκάμια της πάνω μου και να με εμποδίζει να δω καθαρά. Προσπαθώ να συνειδητοποιήσω τι έχει γίνει από την ώρα που έπεσα για ύπνο. Πού είμαι; Πώς βρέθηκα εδώ; Δίπλα μου τεράστιοι γκρίζοι τοίχοι γέρνουν πάνω μου απειλητικοί . Ανάμεσά τους μικρά μαύρα ανοίγματα… Λαβύρινθος. Είμαι μέσα σε έναν λαβύρινθο; Και τι γράφει εκεί; Το διαβάζω ξανά, αργά, για να σιγουρευτώ. «Έχετε μία ώρα για να βγείτε. Μην αγγίξετε τους τοίχους». Γιατί άραγε; Τι θα συμβεί μετά; Κι αν πιάσω τον τοίχο; Στο μυαλό μου σχηματίζονται εικόνες φρίκης, με παρανοϊκούς δολοφόνους που ηδονίζονται να βλέπουν πανικόβλητο το θύμα τους να παλεύει μάταια για την σωτηρία του. Ή με πεινασμένα τέρατα που ψάχνουν και βρίσκουν εύκολα την αβοήθητη λεία τους. Μα τι σκέφτομαι; Υπάρχουν τέρατα; Έχω χάσει κάθε αίσθηση της πραγματικότητας, δεν ξέρω πια τι είναι αληθινό κα

το δικό της φεγγάρι της Σταυρούλας Τσούτσα

Image
Βγήκε από τη μεγάλη γυάλινη πόρτα του εστιατορίου «Άττικα» που έκλεισε πίσω της τρίζοντας. Ήταν οκτώ η ώρα, είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και η πόλη γέμιζε με άτακτες μαύρες πινελιές. Κούμπωσε βιαστικά το μακρύ μπουφάν, φόρεσε τον κόκκινο σκούφο και τυλίχτηκε με το μάλλινο κασκόλ  προσπαθώντας να κρατηθεί ζεστή. Ο παγωμένος αέρας της έκοψε την ανάσα. Η βροχή έπεφτε με δύναμη πάνω της, κάθε σταγόνα τής πλήγωνε το πρόσωπο σα τσίμπημα καρφίτσας. Τουρτούριζε. Δεν είχε ομπρέλα. Το ίδιο λάθος πάλι. Δεν είχε μάθει ακόμη ότι σε αυτήν την πόλη ο καιρός τρελαίνεται από τη μία στιγμή στην άλλη. Φεύγεις με ήλιο και γυρνάς σπίτι βρεγμένος ως το κόκκαλο. Προχώρησε στο φαρδύ πεζοδρόμιο. Δίπλα της, ο 31 ος δρόμος, που η μεταλλική γέφυρα του υπέργειου τρένου τον σκέπαζε σε όλο το φάρδος του. Όσο έφτανε το μάτι της, άσφαλτος και σκουριασμένο μέταλλο. Και κάθε τόσο ακουγόταν ο ήχος του τρένου που περνούσε από πάνω. Ένας εκκωφαντικός μεταλλικός ήχος, τόσο δυνατός που καθιστούσε οποιονδήποτε άλλον ήχο