"Εγώ η Νατάσα" της Σταυρούλας Τσούτσα

Είμαι η Νατάσα και δεν είμαι καλά. Δεν είμαι καθόλου καλά…

Τον τελευταίο καιρό μάλιστα δεν ξέρω καν αν είμαι η Νατάσα. Δηλαδή, εγώ είμαι, όσο δεν με βλέπω στον καθρέπτη. Αν όμως κάνω το λάθος να κοιταχτώ, βγαίνοντας από το μπάνιο και είμαι χαλαρή, τρομάζω… Για μερικά δευτερόλεπτα βλέπω τη γυναίκα που με κοιτάζει απορημένη στον καθρέφτη και σκέφτομαι, «δεν μπορεί αυτή να είμαι εγώ». Κι όμως είμαι… Ξέρω ότι πρέπει να αγαπάω τον εαυτό μου όπως είναι, όμως αδυνατώ να συνηθίσω αυτήν την «καινούρια Νατάσα». Δεν έχει καμία σχέση με το λεπτό, χαμογελαστό κορίτσι στη φωτογραφία του γάμου πάνω από το κρεβάτι μου. Κι όσο κοιτάω τη φωτογραφία τόσο πιο χάλια νιώθω. Ίσως γιατί ο Κώστας δεν άλλαξε και τόσο. Εγώ δεν αναγνωρίζομαι.

Κι έπειτα είναι και το τζιν. Το αγαπημένο μου, σκισμένο τζιν, που κάθε σεζόν το βγάζω από τη ντουλάπα να το δοκιμάσω, με την ελπίδα πάντα ότι θα χωρέσω επιτέλους. Θα το δω να ανεβαίνει με ευκολία και να κουμπώνει. Στην αρχή ανέβαινε μέχρι επάνω αλλά δεν κούμπωνε. Μετά όλο και δυσκολευόμουν να το ανεβάσω, τι δίαιτες, τι διατροφολόγοι, τι αποτοξινώσεις, τι να σας λέω! Τώρα φτάνει μέχρι τα γόνατα. Την επόμενη φορά που θα το δοκιμάσω με το ίδιο επιτυχημένο αποτέλεσμα, θα το σκίσω, το ορκίζομαι. Θα γίνει το αγαπημένο μου ξεσκισμένο τζιν, να μάθει.

Το μεγάλο μαρτύριο όμως είναι, όταν πλένω τα δόντια μου το πρωί, και ξεχνιέμαι και κοιτάζω στον καθρέπτη. Αυτό δεν το αντέχω με τίποτα. Το πρόσωπό μου είναι λες και κάποιος το έχει σιδερώσει στο μέτωπο με στραβή την τσάκιση. Οι επονομαζόμενες ρυτίδες του μεσόφρυδου συναγωνίζονται ποια θα βαθύνει περισσότερο και οι παραρρίνιες έχουν αρχίσει να μοιάζουν με χαράδρες. Μόνο ο άντρας μου δεν καταλαβαίνει τον πόνο μου.
-       Κώσταααα, δες, δες κάτι ρυτίδες που έχω…
-       Μια χαρά είσαι Νατασούλα μου! Μια κούκλα είσαι!
-       Τι λες ρε Κώστα; Δες με καλύτερα. Πρέπει να κάνω μπότοξ. Έκανε η Καίτη και έγινε άλλος άνθρωπος.
-       Η Καίτη, για να γίνει άλλος άνθρωπος, πρέπει  εκτός από πρόσωπο να αλλάξει και χαρακτήρα.
-       Μια ζωή κακός με τις κολλητές μου. Τελοσπάντων, θέλω 500 ευρώ.
-       Τι είπες, Νατάσα; Πας καλά; Μια χαρά είναι η μούρη σου. Δεν έχεις με τι άλλο να ασχοληθείς;

Κι εγώ πού νόμιζα ότι θα χαρεί να τού γυρίσω με το προσωπάκι μου τέντα. Ούτε που τον νοιάζει για εμένα. Μια ζωή στην κοσμάρα του! Άσε που στα πενήντα του παραμένει κορμάρα. Και γιατί να μην είναι; Μήπως αυτός γέννησε δύο κτηνάκια 4,5 κιλά το καθένα να τού γίνει η κοιλιά πατσάς; Μήπως αυτός έμεινε έγκλειστος μέσα για μήνες, να ανοιγοκλείνει το ψυγείο κάθε τέταρτο παλεύοντας να αντισταθεί στο παστίτσιο και στον μουσακά;

Ο Κώστας μια ζωή φτιάχνει επιδερμίδα. Τον απογευματινό του υπνάκο του κανονικά, τη γυμναστικούλα του, τις εξόδους του, τα πάντα όλα. Ξενύχτα εσύ, Νατασούλα, όταν αρρωσταίνουν, τρέξε τον έναν στα αγγλικά και την άλλη στο μπαλέτο, διάβαζε μετά γεωμετρία που έχεις να κάνεις από το γυμνάσιο, να την εξηγήσεις στο παιδί, που δεν έχει ιδέα, μαγείρεψε δύο φορές τη μέρα, γιατί ο αφέντης θέλει άλλο φαγητό το βράδυ. Άσε που τρεις φορές την εβδομάδα ο κύριος έχει έξοδο, με τους κολλητούς του. Ή τουλάχιστον έτσι μας λέει.

Μάλιστα, τελευταία, άρχισε να αργεί να επιστρέψει στο σπίτι. Όταν γυρνάει, κάνω ότι κοιμάμαι. Βάζει τα ρούχα του κατευθείαν στα άπλυτα, ενώ συνήθως τα πετάει στο πάτωμα και κάνει ντους. Γιατί κύριε μού μπανιάρεσαι δώδεκα το βράδυ; Τι έχεις να κρύψεις; Και μετά, το πουλάκι μου, αρχίζει να με πλησιάζει τάχα με πονηρές διαθέσεις. Κολλάει επάνω μου, με αρχίζει στα χάδια και τα φιλιά. Μου ανάβουν εμένα τα λαμπάκια. «Δες το γάιδαρο» σκέφτομαι. Ποιος ξέρει τι έκανε πριν και τώρα  πάει να μου ρίξει στάχτη στα μάτια. Κάνω ότι ξυπνάω και του την λέω
-       Καλά Κώστα, δε σέβεσαι που κοιμάμαι; Όλη τη μέρα έτρεχα σα τον μαλάκα, ενώ εσύ ήσουν απών.
Και τότε γυρνάει από την άλλη και σε δευτερόλεπτα ροχαλίζει. Πώς το καταφέρνει αυτό, ποτέ δεν κατάλαβα… Σε κάθε καυγά το κάνει επίσης. Λες και τα μαλώματα τον νανουρίζουν, ενώ εγώ ξημερώνομαι μέχρι να ηρεμήσω.

Είμαι η Νατάσα και δεν είμαι καλά…
Εδώ και λίγο καιρό μού έχει μπει η ιδέα ότι με απατάει. Η μάλλον η Καίτη μού την έβαλε την ιδέα. Κι αυτή έχει πείρα… Έπιασε το δικό της άντρα με την τριαντάχρονη γραμματέα του.
-       Πάλι έξω θα βγει ο δικός σου;
-       Κάθε Τρίτη βγαίνει με την ομάδα του από το μπάσκετ.
-       Και κάθε Πέμπτη πάει για μπριτζ… και την Παρασκευή το απόγευμα  για ούζο με τους συναδέρφους του. Σωστά; Α ρε καημένη Νατάσα…
-       Τι υπονοείς Καιτούλα μου;
-       Δεν το βλέπεις, φιλενάδα; Κάτι έχει αυτός.
-       Αποκλείεται! Με τον Κώστα είμαστε μαζί από είκοσι χρονών.
-       Ένας λόγος παραπάνω! Το ίδιο και εγώ με το Γιώργο. Τον εμπόδισε αυτό καθόλου; ΌΟΟχι…
-       Μα…
-       Τι μα ρε Νατάσα. Υπάρχουν απτές ενδείξεις. Αγοράζει καινούρια ρούχα;
-       Όχι, δε νομίζω…
-       Για παρατήρησε τον, αν παίρνει ρούχα ή εσώρουχα, αν βάζει άρωμα. Πόσο συχνά κάνετε σεξ;
-       Εεεε όχι και πολύ συχνά πια, είναι και που δεν έχω διάθεση…
-       Είδες που σου λέω; Και τι κάνει ο άντρας σου, Νατάσα; Περιμένει να σου έρθει εσένα η όρεξη;
Η αλήθεια είναι ότι δεν μου είχε περάσει ποτέ ως τότε από το μυαλό ότι ο Κώστας μπορεί να έχει άλλη. Μέχρι την επομένη της συζήτησης με την Καίτη.


Ντυνόταν να πάει στην δουλειά του, όταν με ρώτησε...
-       Νατασούλα, δεν πας να μου πάρεις κανένα καινούριο μποξεράκι;
-       Γιατί; ρωτάω. Πάχυνες και δε σου κάνουν τα βρακιά που έχεις;
-       Τα έχω καιρό, Νατασούλα μου, και έχουν τριφτεί. Γεμάτα τρύπες είναι τα περισσότερα.
-       Και τι σε πειράζει; Αερίζεσαι κι όλας.
-       Μα είναι χάλια, ρε Νατάσα.
-       Εμένα μου αρέσουν αυτά που έχεις.
-       Ρε Νατάσα, πας καλά; Έχω να πάρω μποξεράκια δύο χρόνια. Μπορείς να μου πάρεις, γιατί δεν έχω χρόνο; Και κοίτα να μου πάρεις διάφορα έντονα χρώματα.

Κατάλαβες; Καινούρια βρακιά ο κύριος. Βρε λες να έχει δίκιο η Καίτη;
Λίγες μέρες αργότερα, μού γύρισε  από τη δουλειά με πέντε σακούλες ρούχα. Πουκάμισα, παντελόνια, μπλουζάκια… Τα είδα και έπαθα νευρικό κλονισμό.
-       Τι είναι όλα αυτά, Κώστα;
-       Με τι μοιάζουν;
-       Σε ρωτάω σοβαρά Κώστα!
-       Ρούχα είναι Νατασούλα μου. Τα βρήκα σε καλή τιμή και μιας και δεν μου χωράνε αυτά που έχω…
-       Γιατί δε σου χωράνε; Πάχυνες;
-       Όχι, μωρό μου, αδυνάτισα…
Μου ήρθε να ουρλιάξω. Εγώ να έχω πεθάνει στη δίαιτα και να φουσκώνω όλο και περισσότερο. Και αυτός αδυνάτισε… Άσε που έχει μια επιδερμίδα, φράπα! Τσίτα το δέρμα του. Κι από ορέξεις; Στα σένια του! Να δεις πού έχει δίκιο η Καίτη…

Τι αδικία είναι αυτή με τις γυναίκες, θεέ μου; Δε φτάνει που στα καλύτερά μας χρόνια χάνουμε κάθε μήνα μια εβδομάδα από τη ζωή μας με πόνους και νεύρα, δε φτάνει που γεννάμε και για τρία τέσσερα χρόνια δεν έχουμε ζωή, δε φτάνει που δουλεύουμε διπλά, πρέπει να γερνάμε και πριν την ώρα μας;

Είμαι η Νατάσα, είμαι πενήντα χρονών, είμαι στην κλιμακτήριο, με ένα σωσίβιο που δεν ξεφουσκώνει γύρω από την κοιλιά, με τα νεύρα μου κρόσσια, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, με δύο παιδιά στην εφηβεία και έναν άντρα που με κερατώνει.

Και είμαι αποφασισμένη να τον πιάσω και να τον στείλω στη μάνα του. Χωρίς σπίτι, χωρίς αυτοκίνητο και χωρίς ρούχα. Θα τα κάνω ξεσκονόπανα ένα, ένα.

Έστησα το σχέδιο μελετώντας κάθε λεπτομέρεια. Μόλις έμαθα ότι είχε έξοδο, έστειλα τα παιδιά να κοιμηθούν στην αδερφή μου. Η Καίτη με βοήθησε να τα οργανώσω όλα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.

Από το πρωί είχα μια ταραχή άλλο πράγμα. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ σε τίποτα… Άσε που από το άγχος μου, έφαγα δύο κανταΐφια και δύο μελομακάρονα κι από πάνω ένα ταψί παστίτσιο, να φύγει η λιγούρα…

Το αγόρι μου έφτασε σπίτι μέσα στη χαρά.
-       Νατασούλα; Πού είναι το λινό κουστούμι που σου έδωσα για καθαριστήριο;
-       Στην ντουλάπα σου είναι Κώστα. Πού θα είναι;
-       Πάω για ντους. Μου το βάζεις στο κρεββάτι μαζί με το μπεζ πουκάμισο που αγόρασα χθες;
-       Γιατί τόσο ντύσιμο σήμερα; Πού θα πάτε Κώστα μου;
-       Τα ίδια. Στη λέσχη θα πάμε για μια παρτίδα μπριτζ με τα παιδιά. Και μετά λέμε να πάμε για κανένα ποτάκι. Γιορτάζει ο Δημήτρης. Να ξέρεις θα αργήσω
-       Μάλιστα. Και προχθές γιόρταζε ο Νίκος. Και παραπροχθές ο Γιώργος…
-       Υπονοείς κάτι, γυναίκα; Φταίω εγώ που όλοι έχουν γενέθλια τον ίδιο μήνα;
-       Α, μπα όχι καλέ! Να φας κι ένα κομμάτι τούρτα για μένα!

Ετοιμάστηκε, έβαλε τα καλά του, παρφουμαρίστηκε, χτένισε το μαύρο μαλλί του που σε αντίθεση με το δικό μου, δεν είχε ούτε μία άσπρη τρίχα και έφυγε.

Από πίσω του και εγώ. Η Καίτη με περίμενε στο αυτοκίνητό της με τη μηχανή αναμμένη. Ξεκίνησε. Μπροστά αυτός, πίσω εμείς.

Σταμάτησε έξω από τη Μεγάλη Βρετανία κι έδωσε το αμάξι του να του το παρκάρουν. Έβγαλε από το αυτοκίνητο μια μεγάλη ανθοδέσμη με κατακόκκινα τριαντάφυλλα κι ένα μεγάλο κουτί από ζαχαροπλαστείο. Μπήκε στο ξενοδοχείο και προχώρησε στη ρεσεψιόν.

Δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου. Έβλεπα το πρόσωπο μου να καθρεφτίζεται στη τζαμαρία με τα μάτια γουρλωμένα και το στόμα ανοιχτό και σκεφτόμουν «Δεν μπορεί αυτό να συμβαίνει σε εμένα»…

«Γιατί ρε Κώστα; Δεν υπάρχει μέρα στη ζωή μου που να την σκέφτηκα χωρίς εσένα…» μουρμούρισα με απογοήτευση.
-       Ε, όχι ότι του έδειχνες κι όλας;
-       Τι εννοείς Καίτη;
-       Μέσα στη μιζέρια και τη γκρίνια ήσουν τον τελευταίο καιρό.
-       Δεν έχεις κι άδικο… Κι από σεξ, τίποτα… συνεχώς ήμουν κουρασμένη…
-       Τι περιμένεις τότε Νατάσα μου; Άνδρας είναι κι αυτός… Έλα τώρα πάμε σπίτι…
-       Όχι! Θα πάω να τον βρω, να του μιλήσω, να σώσω ό,τι σώζεται…Τον αγαπάω, είναι ο άντρας της ζωής μου… Δεν θα τον χάσω έτσι.
-       Αυτά Νατασούλα έπρεπε να τα σκεφτείς νωρίτερα…
-       Ποτέ δεν είναι αργά, της είπα.

 Έτρεξα στη ρεσεψιόν.

Πήρα μία βαθιά ανάσα, ίσιωσα την πλάτη μου  και προχώρησα αργά και χαμογελαστά προς τη ρεσεψιόν.
-       Ο κύριος Γεωργίου;
-       Α μάλιστα, είστε η κυρία που περιμένει. Στην σουίτα παρακαλώ.

Δεύτερο χτύπημα κάτω από τη μέση. Στην σουίτα της Μεγάλης Βρετανίας ήταν το όνειρό μου να μείνω έστω και για μία βραδιά. Είχε μείνει η κουμπάρα μου η Νένα και μου την είχε περιγράψει. Το τεράστιο, μαλακό κρεββάτι, τα μαρμάρινα μπάνια, τη θέα… Είχα σκάσει από τη ζήλεια μου.
«Ντροπή σου Κωστάκη…», σκέφτηκα και άρχισα να βουρκώνω. «Τη γκόμενα στα καλύτερα και εμένα στην κουζίνα και στο πλυντήριο; Φταίω, εγώ φταίω…»

Φτάνοντας έξω από την πόρτα του δωματίου, μου κόπηκαν τα πόδια. Ένιωσα την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά και τα μάγουλα μου να καίνε από την υπερένταση. Έτρεμα. Για μια στιγμή σκέφτηκα να τα παρατήσω και να φύγω. Μετά μου ήρθε η εικόνα της γκόμενας αραχτής στην σουίτα και έγινα έξαλλη. Χτύπησα με δύναμη την πόρτα. Ο Κώστας μου άνοιξε χαμογελαστός. Δεν έδειξε την παραμικρή έκπληξη.

-       Ήρθες αγάπη μου; μου είπε και με πήρε αγκαλιά.
«Κοίτα, ο γάιδαρος, που πάει να μου ρίξει στάχτη στα μάτια», σκέφτηκα. Μπήκα μέσα φουριόζα και άρχισα την επίθεση.
-       Τέτοιο παραμύθι ρε Κωστάκη; Τόσα ψέματα γιατί; Δε μας θες να μας το πεις. Όχι κι έτσι ρε Κώστα…
-       Μην συγχίζεσαι άδικα, μωρό μου, δεν υπάρχει άλλη.
-       Και πού ήξερες ότι θα έρθω αν δεν υπάρχει άλλη;
-       Ρώτα την Καιτούλα. Μαζί το στήσαμε. Δεν ξέρω αν το θυμάσαι αλλά σήμερα έχουμε επέτειο. Αυτό είναι το δώρο μου.

Άρχισα να κλαίω… Τον αγκάλιασα και τον φίλησα με πάθος.
Είμαι η Νατάσα και επιτέλους είμαι καλά. Έχω τον πιο υπέροχο άντρα στον κόσμο και τον λατρεύω.


Comments

Popular posts from this blog

το δικό της φεγγάρι της Σταυρούλας Τσούτσα

Τιμής Ένεκεν